Φωτογράφος

Η φωτογραφία, όπως άρεσε στον Λ. Ρον Χάμπαρντ να επισημαίνει, σημαίνει «γραφή με το φως» και, αν λάβουμε υπόψη μας τον τρόπο με τον οποίο μεταδίδουν μηνύματα οι φωτογραφίες του, η φράση αυτή περιγράφει κατάλληλα το έργο του.

Αν και ήταν ενθουσιώδης μελετητής της φωτογραφικής μηχανής από τα νιάτα του, η καριέρα του ουσιαστικά ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 με μια σειρά από γνωστές μελέτες που έκανε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Ασία και τον Νότιο Ειρηνικό. Το έργο του ήταν απόλυτα επαγγελματικό και τελικά αγοράστηκε από το National Geographic. Επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνέχισε την καριέρα του στη φωτογραφία, ως φωτορεπόρτερ για τοπικές εφημερίδες και, ως ανεξάρτητος συνεργάτης, για πολλές εθνικές εκδόσεις. Απ’ αυτές τις δουλειές, το πιο αξιοσημείωτο έργο του ήταν για το περιοδικό The Sportsman Pilot, ένα περιοδικό για τους λάτρεις των πτήσεων.

Με την έναρξη της επίσημης συγγραφικής του καριέρας το 1933, το φωτογραφικό έργο του Λ. Ρον Χάμπαρντ φάνηκε να περνάει σε δεύτερη μοίρα. Παρ’ όλα αυτά, τα μετέπειτα χρόνια εξακολουθούσε να βρίσκεται τακτικά πίσω από την κάμερα για έργα που περιλάμβαναν διαφημιστικές φωτογραφίες για διάφορους ευρωπαϊκούς φορείς και για πολύ φημισμένα τοπία της νότιας Αγγλίας, τα οποία τελικά επιλέχθηκαν μεταξύ 3.300 υποψηφιοτήτων για τη Διεθνή Έκθεση Φωτογραφίας στη Ναντ της Γαλλίας. Φωτογραφίες του Λ. Ρον Χάμπαρντ από εκείνα τα χρόνια επιλέχθηκαν επίσης για να παρουσιαστούν στις Βερσαλλίες, στη Διεθνή Έκθεση Καλλιτεχνικής Φωτογραφίας και έκτοτε έχουν δημοσιευτεί και   στα φωτογραφικά ημερολόγια του Λ. Ρον Χάμπαρντ.

Το 1975 συνέχισε αυτή την εργασία στο νησί Κουρασάο στις Ολλανδικές Αντίλλες, όπου μέσα σε λίγες μέρες από την άφιξή του υπήρξε η εξής δημοσίευση: «Ο κ. Χάμπαρντ με την επαγγελματική του ακρίβεια βγάζει τις φωτογραφίες που θέλει, τη μία μετά την άλλη, με έναν ρυθμό παραγωγής που ξεπερνά τις 7.000 φωτογραφίες από τότε που άρχισε να βγάζει φωτογραφίες εδώ, στο Κουρασάο».

Επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1976 για να στήσει το σπιτικό του στη Νότια Καλιφόρνια, η καριέρα του στη φωτογραφία πήρε άλλες διαστάσεις: την εκπαίδευση μαθητευόμενων φωτογράφων. Από αυτό το εκπαιδευτικό έργο προέκυψε και η περιγραφή του για όλα τα ουσιώδη βήματα που πρέπει να ακολουθήσει ο φωτογράφος για να εξασφαλίσει την επιτυχημένη λήψη της φωτογραφίας, συμπεριλαμβανομένου και του οραματισμού ή της σύλληψης της εικόνας πριν από τη λήψη της, κάτι που συχνά αμελείται. Ή, ως εναλλακτική λύση, συμβούλευε τους φωτογράφους να μάθουν να αναγνωρίζουν αμέσως μια εικόνα. Σε κάθε περίπτωση –και εδώ φαίνεται ο κοινός παρονομαστής όλης της καλλιτεχνικής εργασίας του Λ. Ρον Χάμπαρντ–, οι φωτογράφοι πρέπει να μάθουν «να κάνουν την εικόνα να μιλά». Ως μέρος της διαδικασίας διδασκαλίας, όλοι οι μαθητευόμενοι είχαν την ευκαιρία να λαμβάνουν προσωπική αξιολόγηση των φωτογραφιών τους από τον Λ. Ρον Χάμπαρντ.  Εκτός από τα πιο συμβατικά στοιχεία της σύνθεσης και του φωτισμού, συνήθως τόνιζε το πιο βασικό ζήτημα, αυτό της επικοινωνίας: Λέει η εικόνα κάτι και, αν ναι, τι; Επίσης, από αυτή την εκπαιδευτική περίοδο προέκυψαν και οι πολύ σημαντικές δοκιμαστικές διαδικασίες τόσο για τον εξοπλισμό και το φιλμ όσο και η αποσαφήνιση ενός θέματος που επί μακρόν είχε παρανοηθεί, της σύνθεσης.

Σήμερα, το κυρίως μέρος της φωτογραφικής δουλειάς του έχει συγκεντρωθεί επιμελώς στην έκδοση της σειράς για τον Λ. Ρον Χάμπαρντ με τίτλο Φωτογράφος: Γράφοντας με το Φως και στο βιβλίο Εικόνες μιας Ολόκληρης Ζωής: Μια Φωτογραφική Βιογραφία. Συνολικά, παρουσιάζονται περισσότερες από 600 φωτογραφίες: από τις πρώτες του λήψεις με μια απλή Kodak Brownie μέχρι το μετέπειτα έργο του στη Νότια Καλιφόρνια. Φυσικά, περιλαμβάνονται και πολλές επιλογές από τη διάσημη σειρά φωτογραφιών του από την Κίνα, τα βραβευμένα πλάνα του από την αγγλική ύπαιθρο και καθετί άλλο που καθόρισε το έργο του σε αυτό που αποκάλεσε «γραφή με το φως». 

Η Αίθουσα με τις Φωτογραφικές Μηχανές του Λ. Ρον Χάμπαρντ που φιλοξενεί μια συλλογή φωτογραφικού εξοπλισμού που αποτελείται από περίπου εξήντα χρόνια «γραφής με το φως».