«Έτσι, προχώρησα σε μια επιστημονική αποστολή
κι άρχισα να μελετώ τη Ζωή. Οι Πρωτόγονοι Πολιτισμοί
φαίνονταν να αποτελούν ένα καλό σημείο εκκίνησης.

»Ποτέ κάποιος σύγχρονος ερευνητής δεν ήρθε
αντιμέτωπος με τόσο πολλά αντικρουόμενα δεδομένα
ή θέματα, τα οποία έχουν τόσο φτωχά αποτελέσματα».

– Λ. Ρον Χάμπαρντ

Φωτογραφία από τον Λ. Ρον Χάμπαρντ

Μια Σύνοψη της Scientology για τους Επιστήμονες
Μια Εργασία πάνω στις Δυσκολίες της
Έρευνας στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες
του Λ. Ρον Χάμπαρντ



Το άρθρο «Μια Σύνοψη της Scientology για τους Επιστήμονες» γράφτηκε τον Ιανουάριο του 1969 και παρέχει μια σύνοψη όχι μόνο των δυσκολιών που ενυπάρχουν στην επιστημονική έρευνα, όπως αυτή εφαρμόζεται στις ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά και του τρόπου με τον οποίο ο Λ. Ρον Χάμπαρντ τις ξεπέρασε για ν’ αναπτύξει τη Scientology.

Για περίπου τριάντα οκτώ χρόνια, μέχρι τη στιγμή που συντάσσω αυτό το κείμενο (1969), ασχολούμαι με βασική έρευνα πάνω στη ζωή και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Αυτό αποτελεί βασική ή καθαρή έρευνα και έχει την ίδια προέλευση με την προσπάθεια των πρώτων φιλοσόφων – την απόπειρα να αποδείξουν ότι η ταυτότητα της ζωής είναι ανεξάρτητη από την ύλη, και τον τρόπο που αυτή συσχετίζεται με τον υλικό κόσμο και τις μορφές, θέματα τα οποία περιλαμβάνονται ήδη στις βασικές και ανεπτυγμένες επιστήμες. Η διαφορά είναι ότι αυτή η έρευνα έγινε από τη σκοπιά της επιστημονικής μεθοδολογίας στην οποία είμαι εκπαιδευμένος.

Στην πραγματικότητα, το θέμα ήταν αρκετά άγνωστο και με ανεπαρκή ονοματολογία ώστε να έχει ένα σαφές όνομα. Και λέω ότι ήταν άγνωστο γιατί έχει σε μεγάλο βαθμό αποτύχει να συμβαδίσει με τις φυσικές ή τις θετικές επιστήμες, και μάλιστα έχει απειληθεί απ’ αυτές. Για παράδειγμα, διαπιστώνουμε ότι οι διαμαρτυρίες των θετικών επιστημόνων στηρίζονται στις παραβιάσεις ή στην κατάχρηση ή στην κακομεταχείριση της ζωής εξαιτίας απερίσκεπτων υλικών εφαρμογών (Επιστήμη και Επιβίωση, του Μπάρι Κόμονερ).

Προκειμένου να προστατέψει κανείς κάτι, πρέπει να γνωρίζει τι είναι αυτό. Να γνωρίζει τι είναι αυτό από επιστημονικής πλευράς. Οι θεωρίες της βιολογίας για το DNA ισχύουν από κοινού για τη ζωή και για την ύλη, και, έτσι, όλες οι προσπάθειες να κάνουν την ύλη να παραγάγει ζωή, έως τώρα, απέτυχαν.

«Θυμάμαι ότι το πρότζεκτ έγινε τελείως ξεκάθαρο στο μυαλό μου όταν ανακάλυψα ότι τα μαθήματα ψυχολογίας και φιλοσοφίας που διδάσκονταν ήταν ανεπαρκή για το ερευνητικό έργο που είχα κατά νου...»

Αυτός ο παρονομαστής ως προς όλους τους τομείς ενδιαφέροντος, ως προς όλες τις προσπάθειες για προστασία, ως προς όλα τα «επιστημονικά οφέλη», δεν είχε μελετηθεί και δεν του είχε δοθεί κάποιο όνομα που να συνδέεται με κάποιο σκεπτικό, το οποίο να οδηγεί σε έναν ξεκάθαρο και προβλέψιμο προσδιορισμό ταυτότητας ή αποτέλεσμα. Η «ζωτική ορμή» του Μπερξόν και άλλες ριψοκίνδυνες φιλοσοφικές απόψεις δε συμβάδιζαν και τόσο με αυτό που θεωρούμε στην εποχή μας πειθαρχημένη, ελεγχόμενη επιστημονική μεθοδολογία. Η Εικασία και η Αυθεντία αποτελούν ανεπαρκείς βάσεις για να στηρίξουμε σ’ αυτές όλες μας τις προβλέψεις.

Χωρίς να έχουμε κανένα πραγματικό όνομα που να περιλαμβάνει την ίδια τη μελέτη, ήταν φυσικά αδύνατον να έχουμε μαθήματα σχετικά μ’ αυτό το θέμα. Δεν μπορούσαν να βρεθούν απαντήσεις στα ήδη γνωστά πεδία, από τη στιγμή που αυτό καθαυτό ήταν άγνωστο όχι μόνο ως προς την ταυτότητα, αλλά και ως προς τα χαρακτηριστικά του.

Επέλεγα όλα τα μαθήματα μαθηματικών και φυσικής που παρέχονταν σε ένα πανεπιστήμιο. Έπειτα όμως σταμάτησα, κυρίως λόγω έλλειψης περαιτέρω ακαδημαϊκών μαθημάτων προς μελέτη. Θυμάμαι ότι το πρότζεκτ έγινε τελείως ξεκάθαρο στο μυαλό μου όταν ανακάλυψα ότι τα μαθήματα ψυχολογίας και φιλοσοφίας που διδάσκονταν ήταν ανεπαρκή για το ερευνητικό έργο που είχα κατά νου, καθώς σε κανένα απ’ αυτά δεν μπορούσα να βρω σπουδαστές ή καθηγητές που είχαν μελετήσει μοντέρνα μαθηματικά ή φυσική ή που χρησιμοποιούσαν αυτό που είχα εκπαιδευτεί να θεωρώ ως επιστημονική μεθοδολογία, και οι οποίοι, στον βαθμό που μπορούσα να διαπιστώσω, θα παραδέχονταν τα λάθη στη λογική (μαθηματική επιστήμη) που εντόπισα σ’ αυτούς. Στον δικό του τακτοποιημένο κόσμο, ο φυσικός επιστήμονας δε θα αναγνώριζε τη σύγχυση που υπήρχε στις ανθρωπιστικές επιστήμες.

Έτσι, πήγα σε μια αποστολή και άρχισα να μελετώ τη Ζωή. Οι Πρωτόγονοι Πολιτισμοί φαίνονταν να αποτελούν ένα καλό σημείο εκκίνησης.

Ποτέ κάποιος σύγχρονος ερευνητής δεν ήρθε αντιμέτωπος με τόσο πολλά αντικρουόμενα δεδομένα ή θέματα, τα οποία έχουν τόσο φτωχά αποτελέσματα.

Κι όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, ο προηγούμενος αιώνας ραγδαίας εξέλιξης των φυσικών επιστημών, που αναπτύσσονταν όλο και περισσότερο, θα υποβάθμιζε ό,τι ήταν γνωστό ως ανθρωπιστικές επιστήμες και θα τις κατατρόπωνε. Και όντως έτσι έγινε.

Επιφορτισμένος με την έρευνα, υπό την παντελή έλλειψη επιχορηγήσεων και κεφαλαίων κατά την προπολεμική περίοδο, έπρεπε να επιλύσω όλα τα οικονομικά ζητήματα. Το έκανα κυρίως με τη συγγραφή και με κινηματογραφικές ταινίες και τα κατάφερα πολύ καλά, τουλάχιστον αρκετά ώστε να μπορώ να χρηματοδοτώ οτιδήποτε άλλο έκανα.

Μετά από μια σημαντική ανακάλυψη πάνω στο θέμα, έγραψα, στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ένα βιβλίο το οποίο όμως δεν εκδόθηκε ποτέ.

Τελικά είχα γυρίσει πίσω, περνώντας μέσα απ’ όλους τους δαιδαλώδεις δρόμους και το ομιχλώδες τοπίο των κλασικών επιστημών, και δούλεψα στην κυτταρολογία. Έπρεπε να μελετήσω το θέμα στις φευγαλέες στιγμές που απέμεναν σε μια ζωή με υπερβολικό φόρτο εργασίας και υπερβολικό άγχος. Βρήκα κάποια στοιχεία για την κυτταρική μνήμη καθώς και τη διατήρηση προτύπων, κι έτσι δημιούργησα, αλλά στη συνέχεια εγκατέλειψα ως αδύνατη, μια θεωρία, που ακόμη μπορείτε να τη δείτε να κυκλοφορεί, σχετικά με την αποθήκευση της μνήμης στα μόρια.

Διάφορες φήμες για το βιβλίο και κάποιες εφημερίδες προκάλεσαν το ενδιαφέρον της Ρωσίας για μένα (μέσω της Amtorg), η οποία μου έκανε μια προσφορά για έρευνα. Κι επειδή αυτό, δυστυχώς, είχε ως προϋπόθεση να πάω στη Ρωσία (κάτι που ήταν ακόμη της μόδας) και εζητείτο από εμένα ένα σύστημα υπολογισμού του δυναμικού εργασίας των εκεί εργαζομένων, αναγκάστηκα να αρνηθώ. Αυτή αποδείχτηκε ευτυχής επιλογή, καθώς ήμασταν τότε στο έτος 1939.

Ιδεολογικά ζητήματα και απαιτήσεις για καλύτερο έλεγχο ή υποταγή των ατόμων δεν είχαν θέση στο έργο μου.